RSS

Tag Archives: ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΥΡΓΙΑΚΗΣ

Να μη σου στείλει η ζωή όσα μπορείς να αντέξεις

Να μη σου στείλει η ζωή όσα μπορείς να αντέξεις

Να μη σου στείλει η ζωή όσα μπορείς να αντέξεις

Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη

Έτυχε ο πατέρας σου να μην «κοιτάζει μόνο τη δουλειά του» και να μην κλείνει τα μάτια στο άδικο, έτυχε να μην τον νοιάζουν μόνο τα δικά του παιδιά κι ας είχε πέντε να θρέψει, έτυχε να μην μπορεί να κάτσει με σταυρωμένα τα χέρια περιμένοντας κάποιον σωτήρα και πήγε να συναντήσει τους φασίστες φάτσα-κάρτα και να τους πολεμήσει. Τους πολέμησε, μαζί με πάρα πολλούς ακόμη και τους έδιωξε, μα ο ίδιος δεν βγήκε ζωντανός.

Έμειναν ζωντανοί όμως όλοι εκείνοι που δεν ήθελαν να βγάλουν το φίδι από την τρύπα μαζί με τους άλλους που δεν θα χαλάλιζαν ούτε λεπτό από τη δική τους τη ζωή για να διορθώσουν τα κακώς κείμενα.

Έτυχε ο πατέρας σου να μην ξαναγυρίσει κοντά σας και να μείνετε χωρίς στον ήλιο μοίρα, έξι ζωές ανυπεράσπιστες.

Ορφάνια και φτώχεια, απειλές και εκφοβισμοί από δειλά ανθρωπάκια που πουλούσαν νταηλίκια στην θλιμμένη τη μάνα σου. Τόσες κακουχίες και τόσος πόνος που δεν χωράει σε νου ανθρώπου.

Κρύφτηκες νύχτες πολλές μέσα στην αποθήκη και στον αχυρώνα για να μην σε βρουν οι ύαινες που δεν χόρτασαν με το χαμό του πατέρα σου. Ήθελαν να γεμίσουν τις μαυρισμένες τους ψυχές με τη χαρά του εξευτελισμού και της ταπείνωσης της δικής σου, της μάνας σου, των αδερφών και των αδερφιών σου.

Κι όσο δεν σκύβατε και δεν δηλώνατε υποταγή άλλο τόσο σκύλιαζαν τα τέρατα που δεν μπορούσαν να εξηγήσουν από πού αντλούσατε αυτή τη δύναμη. Για τους ίδιους η υποταγή κυλούσε στο αίμα τους.

Ήταν ένα από τα πολλά βράδια που ο γνωστός δοσίλογος του χωριού και συνεργάτης των φασιστών του Χίτλερ επισκέφτηκε το σπίτι της οικογένειας σου μαζί με δύο παρατρεχάμενους, δυο καθίκια του κερατά, δυο χαφιέδες που δεν άξιζαν ούτε το σάλιο για να τους φτύσεις και που σαν τους έριχνες ματιά δεν μπορούσες να τους δεις. Τόση μαυρίλα έκρυβαν που απορροφούσαν όλο το φως που έπεφτε πάνω τους. Δυνατό χτύπημα στα παράθυρα και την πόρτα και μετά φωνές και απειλές.

Έτρεξε η μάνα, μάζεψε τα δύο μικρότερα παιδιά τα έβγαλε από την πίσω πόρτα και τα έκρυψε μέσα στην αποθήκη με το σιτάρι. Έτρεμαν τα καημένα από το φόβο κι έκλαιγαν βουβά τραβώντας τη μαύρη μαντίλα της μάνας.

«Μη μας αφήνεις μάνα».

«Μη σκιάζεστε, για λίγο θα είναι, μέχρι να φύγουν οι αναθεματισμένοι».

Μέχρι να γυρίσει, τα σκυλιά είχαν μπουκάρει στο σπίτι.

Το ένα από τα δύο κατακάθια σε είχε πιάσει από το χέρι και σε ρωτούσε για τη μάνα. Έκλαιγες και του έλεγες πως πήγε να ταΐσει τα ζώα αλλά δεν σε πίστευε. Σε χαστούκισε και όταν ο μεγάλος σου αδερφός προσπάθησε να σε προστατεύσει τον χαστούκισε και κείνον.

«Άσε ήσυχα τα παιδιά», ούρλιαξε η μάνα μπαίνοντας.

«Καλώς την», απάντησε εκείνος χαιρέκακα. «Πέντε παιδιά δεν είχες;» συνέχισε με βλοσυρό ύφος.

«Τα δύο τα μικρά τα έστειλα στην πεθερά μου στο χωριό», απάντησε η μάνα κι έτρεμε το φυλλοκάρδι της μην τύχει και αρχίσουν το ψάξιμο.

«Έχεις και ζώα, έμαθα», μίλησε ο αρχηγός.

«Έχω δυο πρόβατα, ίσα για να παίρνω δυο σταγόνες γάλα για τα παιδιά. Μη μου τα πάρετε, θα πεθάνουν από την πείνα», απάντησε η μάνα κοιτώντας τον στα μάτια.

«Αυτά να τα σκέφτονταν ο άντρας σου πριν αποφασίσει να τα βάλει μαζί μας».

«Δεν τα έβαλε μαζί σας, με τον κατακτητή τα έβαλε».

«Το ίδιο είναι. Οι εχθροί των Γερμανών είναι και δικοί μας εχθροί».

«Μη μας τα πάρεις τα πρόβατα. Έχεις και συ παιδιά», πετάχτηκες κρατώντας με το μικρό σου χέρι το χτυπημένο μάγουλο.

«Μη μιλάς εσύ», σου φώναξε η μάνα και σε πήρε στην αγκαλιά της.

«Μωρέ εσείς γεννιέστε έτσι ανάποδα. Το έχετε στο αίμα σας να μην κάθεστε στα αυγά σας. Βούλωστο να μη στο βουλώσω εγώ», σου είπε αγριεμένος ο αρχιρουφιάνος.

Ύστερα έκανε νόημα στους άλλους δύο και βγήκαν έξω. Κινήθηκαν προς το πίσω μέρος του σπιτιού για να βρουν τα πρόβατα που ήταν μαντρωμένα.

Από πίσω και η μάνα να τους παρακαλάει να μην τα πάρουν, από κοντά κι εσύ με την αδερφή σου και τον αδερφό σου να σκιάζεσαι για τα χειρότερα.

Έβγαλαν σχοινιά από το ταγάρι που είχαν μαζί τους, πέρασαν θηλιές στο λαιμό των ζώων και άρχισαν να τα τραβάνε προς τα έξω.

«Τι όφελος θα έχετε αν πεθάνουν τα παιδιά;» τους ρώτησε η μάνα τούτη τη φορά με σφιγμένα δόντια αλλά χωρίς να κλαίει.

«Στο είπα και πριν, δεν τα λογάριασε καλά ο άντρας σου. Ήθελε να κάνει τον ήρωα, λες κι εμείς δεν ξέραμε να κάνουμε τους νταήδες άμα θέλαμε. Όμως σκεφτήκαμε τις οικογένειές μας, τα παιδιά μας. Έτσι κάνουν οι πατεράδες, όχι σαν αυτόν που σας παράτησε στους πέντε δρόμους», είπε ο δοσίλογος κοιτώντας εσένα.

Και τότε, πριν προλάβει να σε κρατήσει η μάνα σου, έτρεξες, στάθηκες μπροστά του και τον έφτυσες. Ούτε που κατάλαβες πότε σου γύρισε μια ξανάστροφη που σε πέταξε πέρα. Σε πέτυχε στη μύτη και έτρεξε αίμα.

Τα ουρλιαχτά τα δικά σου και των άλλων παιδιών ξύπνησαν τους γείτονες και κάποιοι πλησίασαν δειλά-δειλά να δουν τι είχε συμβεί.

Τα τρία αποβράσματα πήραν τα πρόβατα κι έφυγαν μέσα στο σκοτάδι.

Εκείνο το βράδυ, κατά πως μου είπες, δεν το ξέχασες και δεν θα το ξεχάσεις ποτέ.

Μετά από λίγες μέρες μαθεύτηκε πως οι τρεις καταδότες έφυγαν για πάντα από το χωριό. Κάποιοι είπαν πως έφυγαν επειδή φοβήθηκαν για το τι θα ακολουθούσε καθώς οι αντάρτες είχαν μάθει τα καμώματά τους και δεν ήταν ούτε τα μοναδικά ούτε και λίγα.

Κάποιοι άλλοι έλεγαν με σιγουριά πως ήταν νεκροί. Το σίγουρο είναι ότι κανένας δεν τους ξαναείδε από τότε.

Κι ένα πρωινό, καθώς πήρες το παγούρι για να πας για νερό στη βρύση, περνώντας πίσω από το σπίτι, είδες τα δύο πρόβατα να είναι μαντρωμένα στο μέρος τους.

Έτρεξες να το πεις στη μάνα αλλά εκείνη το ήξερε ήδη από το βράδυ.

«Να μη σου στείλει η ζωή όσα μπορείς να αντέξεις», μου είπες τις προάλλες όταν σε ρώτησα πού βρήκες τη δύναμη για να σταθείς όρθια.

Ρητορικό το ερώτημα.

Και για σένα και για πολλούς ακόμα. Παλιότερους και σύγχρονους.

Και είναι πολλοί, πάρα πολλοί. Περισσότεροι από όσους βάζει ο νους μας.

 

Ετικέτες: ,

Μη φοβάστε, αντέχω

Μη φοβάστε, αντέχω

Μη φοβάστε, αντέχω

Και να’μαι πάλι εδώ, όρθιος, ζωντανός, χωρίς φωνή, να ακούω και να υπομένω.

Ξαπλωμένος χάμω, αλλά όχι γονατιστός. Ανάσκελα, να κοιτάω τ’ αστέρια και να τα μετράω ένα-ένα. Όπως τα λάθη μου, όπως τα τραύματά μου, όπως τα λάθη σας, όπως τα τραύματά μου.

Θέλησα να είμαι εγώ κι όχι κάποιος άλλος αυτός που θα σας μιλάει, που θα σας αγαπάει, που θα σας κάνει να θυμώνετε. Εγώ, ο εαυτός μου, ο πραγματικός και όχι ο δήθεν.

Εγώ είμαι, ο ίδιος με τις αδυναμίες μου δίπλα στη δύναμή μου.

Αυτός που αγκαλιάζετε, αυτός που διώχνετε, αυτός που θαυμάζετε, αυτός που σιχαίνεστε, αυτός που τρέχετε να ακούσετε, αυτός που κλείνετε τα αυτιά σας για να μην τον ακούτε, αυτός που στηρίζεστε πάνω του όλοι σας, αυτός που θα θέλατε να μην γνωρίζετε όλοι σας.

Δεν κρύβομαι ποτέ. Ούτε όταν σας χαϊδεύω ούτε όταν σας μαλώνω.

Σας θέλω όπως είστε, χωρίς όρους, χωρίς αστερίσκους, χωρίς απαγορεύσεις, χωρίς πρωτόκολλα, χωρίς υποσημειώσεις.

Με θέλετε στα μέτρα σας, με όρους, με απαγορεύσεις, με προϋποθέσεις.

Σας άπλωσα το χέρι να σας χαϊδέψω και μου το κόψατε.

Σας ζήτησα απεγνωσμένα ένα χάδι και μου το αρνηθήκατε.

Σας ρώτησα να μάθω αν είστε καλά και δεν μου απαντήσατε.

Σας ρώτησα αν πονάτε και μου είπατε να μην είμαι περίεργος.

Μοιράστηκα μαζί σας την ελπίδα και μου είπατε να μην λέω τα ίδια και τα ίδια.

Δεν με ρωτήσατε ποτέ αν είμαι καλά γιατί δεν μου αναγνωρίζετε το δικαίωμα να μην είμαι καλά.

Επιμένετε να λέτε πως με ξέρετε αλλά τελικά μόνο αυτό ξέρετε καλά: Να λέτε πως με ξέρετε.

Λέτε συνεχώς πως οι άνθρωποι αλλάζουν κι εσείς παραμένετε πάντα οι ίδιοι.

Στα μάτια σάς κοιτώ και σκύβετε το κεφάλι, μα σαν σκύβω το δικό μου από θλίψη μου λέτε πως δεν δικαιούμαι εγώ να θλίβομαι.

Ξέρετε πως θα είμαι εδώ, όπως πάντα.

Ξαπλωμένος χάμω, αλλά όχι γονατιστός. Ανάσκελα, να κοιτάω τ’ αστέρια και να τα μετράω ένα-ένα, ‘Όπως τα όνειρα που κάνω, όπως τα τραύματά μου, όπως τα όνειρα που καίω, όπως τα τραύματά μου.

Μη φοβάστε.

Αντέχω…

 
 

Ετικέτες:

Όχι άλλα δάκρυα

Όχι άλλα δάκρυα

Όχι άλλα δάκρυα

Όχι παιδί μου.

Δε σου έδωσα την ανάσα μου για σε θυσιάσουν κόβοντάς την μπρος στο τοτέμ του κέρδους τους.

Δε σου έδωσα το αίμα μου για να το χύσουν σε δυο αναθεματισμένες ράγες  σα να μην είχες καμία αξία.

Δε σε κανάκεψα για να έρθουν να μου πουν πως η δολοφονία σου οφειλόταν απλά σε «ανθρώπινο λάθος».

Δε σε νανούρισα μικρό σαν ήσουν, για να σε φέρουν κλεισμένο σε ένα ξύλινο φέρετρο και να γίνεις αιτία «να φτιάξουν έναν υπέροχο σιδηρόδρομο».

Δε σε ανάθρεψα γουλιά τη γουλιά για να αφήνουν μαύρα μπαλόνια στον ουρανό τώρα που σε δολοφόνησαν.

Δε σου έμαθα να περπατάς βήμα το βήμα για να μου λένε πως αρκεί να περπατήσω σιωπηλά λίγα μέτρα για να βρεις δικαίωση.

Δε σου έμαθα να μιλάς λέξη τη λέξη για να μου λένε να σιωπήσω τώρα που πρέπει να ουρλιάξω καθώς με πνίγει το άδικο.

Δε σου έμαθα να σκέφτεσαι τον άνθρωπο, να νοιάζεσαι για τις ανάγκες του, να αγωνίζεσαι για το καλύτερο για να εισπράξω από τους επαγγελματίες συνδικαλιστές και τους αστούς επαγγελματίες πολιτικούς, την υποκρισία και την αδιαφορία.

 

Ετικέτες: , ,

Οι «Αθέατες Διαδρομές» στα βιβλιοπωλεία- Παρουσίαση του βιβλίου

Οι «Αθέατες Διαδρομές» στα βιβλιοπωλεία- Παρουσίαση του βιβλίου

Οι «Αθέατες Διαδρομές» ήδη ξεμύτισαν στα ράφια των παρακάτω βιβλιοπωλείων:

ΑΘΗΝΑ

– Εν Αθήναις (Ακαδημίας & Μαυροκορδάτου 9, στη Ζωοδόχο Πηγή)

– Παρ’ ημίν (Χαρ. Τρικούπη 11, Χημείο)

– Πολιτεία (Ασκληπιού 1-3, Ακαδημία)

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

– Ακυβέρνητες Πολιτείες (Αλεξ. Σβώλου 28, πλ. Ναυαρίνου)

ΚΑΡΔΙΤΣΑ

– Ζάχος (Πλαστήρα 8)

Ηλεκτρονικές παραγγελίες μπορούν να γίνουν στο σάιτ του εκδοτικού (παράδοση στην πόρτα σας με κούριερ): http://anoteleia.gr/cat_051.htm

 

Ετικέτες: , , , , ,

Ζεϊμπέκικο

<strong>Ζεϊμπέκικο</strong>

Του Χρήστου Επαμ. Κυργιάκη

Τεσσάρων ετών, περίπου. Καλοκαίρι. Σάββατο απόγευμα. Οι οικοδόμοι πήραν το βδομαδιάτικο. Ένα μέρος του, το απόθεσαν σε καημό, αλκοόλ, τραγούδι και χορό. Εκεί στο γνωστό καφενείο. Μετά, αγόρασαν το κρέας της επόμενης μέρας. Μοσχάρι, από το καλό, όχι «κατεψυγμένο».

Στα ίδια κι ο πατέρας του, με το συνεργείο της οικοδομής.

Κατά τις πέντε έφτασαν στο σπίτι. Ξεπέζεψαν από τα μηχανάκια. Οι σοφάδες σκέπαζαν ρούχα και χέρια.

Η μάνα του, τους περίμενε. Κάθε Σάββατο τους περίμενε. Με αγωνία και λαχτάρα μαζί.

Μπήκαν και οι τέσσερις μέσα, χαιρετώντας και τραγουδώντας. Τα ποτήρια βρήκαν θέση στο τραπέζι και τα τραγούδια στις ψυχές.

Ήρθε κι η μάνα του δίπλα τους.

«Έβαλε ο διαβολάκος, την ουρά του πάλι», τραγουδούσε ο Μιχαλόπουλος.

Ο Γιαννακός ρίχνει την ιδέα: «Χορεύει ο μικρός».

Ο Γώγος συμφωνεί. Το ίδιο κι ο Λευτέρης. Ο πατέρας, του ρίχνει μια ματιά και του γνέφει να χορέψει.

Τεσσάρων ετών.

Σηκώνεται, χωρίς να καταλαβαίνει ακριβώς τι γίνεται. Νιώθει μόνο ότι κάνει κάτι σπουδαίο. Ξεκινάει το χορό ακούγοντας τα λόγια για να μη χάσει το ρυθμό.

Οι τέσσερις άντρες με τη μάνα του έκαναν τον κύκλο του χορού. Η ευλάβεια στα παλαμάκια ίδια σα να χόρευε συνομήλικος.

Ο μικρός το κατάλαβε. Έπρεπε να τους δικαιώσει. Σιγά μη δεν στεκόταν στο μπόι του. Ύψος δεν είχε, αλλά από μπόι περίσσευε.

Ο χορός τελείωσε. Ο ιδρώτας έλουζε το παιδί από την κορφή ως τα νύχια.

Ο πατέρας αγκάλιασε πρώτα τη μάνα, μετά το ίδιο. Πήρε το τραπέζι μαζί με τα ποτήρια και τα πιόματα, το σήκωσε, το έβγαλε έξω στην αυλή και το γύρισε ανάποδα. Μετά το ξαναέβαλε στη θέση του. Πήγε στην κουζίνα και το ξαναγέμισε με κρασί και ποτήρια.

Εφτά ετών, περίπου. Φθινόπωρο. Οι συγγενείς, μετανάστες πρώτης γενιάς μαζί με τα παιδιά τους, περιμένουν στο σπίτι στο χωριό, το ταξί για να τους μεταφέρει στα ΚΤΕΛ. Το φαγητό είχε ολοκληρωθεί και εδώ και αρκετή ώρα παρέα στο κρασί έκαναν τα τραγούδια. Της ξενιτιάς-τι άλλο θα μπορούσαν να είναι;-του καημού και της ελπίδας.

«Να χορέψει ο μικρός», πρόσταξε και παρακάλεσε μαζί κάποιος. «Παραγγελιά, να παραγγείλει ποιο θέλει».

«Το μερτικό μου απ΄τη χαρά», προστάζει το παιδί και ο Στέλιος αρχίζει να «κλαίει». Μαζί του και ο γηραιότερος της παρέας. Το ταξί ήρθε μα κανένας δεν το κατάλαβε. Μόνο η θκια η Παναγιώτα.

«Περίμενε να χορέψει ο μικρός πρώτα. Δεν φεύγουμε αλλιώς», είπε στον ταξιτζή. Έτσι κι έγινε.

Άδειασαν τα ποτήρια, άδειασαν τα μυαλά, γέμισαν οι ψυχές και το ταξίδι για τη Σουηδία ξεκίνησε. Υπόσχεση για αντάμωση του χρόνου.

Δώδεκα ετών, περίπου. Μάλλον Χειμώνας, λίγο πριν τα Χριστούγεννα.

Ο μικρός, που μεγάλωσε κάμποσο, πήγαινε μετά το μεσημεριανό φαγητό προς την πλατεία του χωριού για να ανταμώσει τους φίλους τους.

Στο δρόμο, έξω από το σπίτι του Πέτρου του γείτονα ακούει τραγούδια. Γυρνάει το κεφάλι και τον καλησπερίζει.

«Έλα να σε κεράσω», του λέει ο Πέτρος.

Κάνει να φύγει, μα ο γείτονας επιμένει.

«Πες ποιο τραγούδι θες να χορέψεις;» ακούστηκε η φωνή του Πέτρου.

«Του Βοτανικού ο μάγκας», λέει κοφτά το παιδί.

Η παραγγελιά μπήκε στο κασετόφωνο σε λίγα δευτερόλεπτα. Του Πέτρου του φάνηκε πως η παραγγελιά είχε και πολιτικό υπονοούμενο.

Μπορεί και να είχε.

«Που θα πάει. Θα αλλάξουν τα πράγματα», είπε καθώς ευχαριστούσε το παιδί που συνέχιζε το δρόμο του.

Το παιδί μεγάλωσε, τα χρόνια πέρασαν και κάποια στιγμή θέλησε με ένα ζεϊμπέκικο να χορέψει για τον πατέρα του το αγαπημένο του τραγούδι: «Τα νιάτα τα μπερμπάντικα». Το ήξεραν κι οι δύο πως η αντίστροφη μέτρηση είχε αρχίσει. Κανένας δεν το έλεγε στον άλλο. Μόνο το αντάλλασσαν με τα βλέμματα.

Θέλησε το παιδί να το ουρλιάξει με ένα ζεϊμπέκικο. Το τελευταίο που θα χόρευε για τον πατέρα του.

Το τελευταίο και το καλύτερο.

Έπρεπε να μην πατάει στη γη. Μόνο να τη νιώθει με τις άκρες της ψυχής του την ώρα που ο πατέρας θα του χτυπούσε παλαμάκια για τελευταία φορά.

Δεν θυμάται πώς και πότε το τραπέζι βρέθηκε πέρα από την αυλή.

Δεν θυμάται αν οι καρέκλες έσπασαν με δική του παρέμβαση ή αν λύγισαν από το βάρος του αναπάντητου «γιατί να φύγεις ρε πατέρα».

Τώρα πια, αυτό που θυμάται είναι πως την ώρα που χόρευε, η ψυχή του έγινε ένα με τον ουρανό και τα μάτια του είχαν στεγνώσει, σα να έκλαιγε μέρες.

Η αλήθεια είναι πως έκλαιγε, αλλά βουβά. Κανένας μην τον δει. Κανένας μην τον ακούσει.

Κανένας μην καταλάβει…

 

Ετικέτες: , , , , ,

Για το ανέφικτο λοιπόν

Για το ανέφικτο λοιπόν

Για το «ανέφικτο» λοιπόν

Από τον Χρήστο Επαμ. Κυργιάκη

Τα μετράς από δω, τα ζυγίζεις από κει, τα υπολογίζεις ξανά από την άλλη, μα πάντα βγαίνεις με έλλειμμα.

Πόλεμος, σκοτωμοί, προσφυγιά, ανέχεια, ακρίβεια, φτώχια-άλλος πόλεμος αυτός-ανηθικότητα, υποκρισία, απογοήτευση, κρύο. Αυτό το κρύο σου τρυπάει τα μηνίγγια. Τη μια στιγμή να καίγεται ο κόσμος και η φύση και την άλλη να κρυώνεις μέσα στο σπίτι σου, τη σύγχρονη φυλακή σου, τη σημερινή αλυσίδα των ποδιών σου. Να έχεις ηλεκτρικές συσκευές και να αναπολείς τους μπουχαρήδες και τις γάστρες.

Πιάνεις τον εαυτό σου να γελάει δυνατά, καυστικά, θυμωμένα, μόνο και μόνο για να μην βάλεις τα κλάματα και αρχίσεις να ουρλιάζεις από οργή.

Το βλέπεις αδύνατο, παράταιρο και ανεξήγητο όλο αυτό που γίνεται γύρω σου.

Σου ρούφηξαν το μεδούλι δώδεκα χρόνια τώρα, σου έκοψαν με τσαμπουκά περίσσιο σχεδόν το μισό από το μισθό σου, το αντάλλαγμα του ελεύθερου χρόνου σου, σου άρπαξαν τη χαρά τού να κάνεις δώρα στις γιορτές και να πας τρεις μέρες κάπου, έτσι για να λες πως έκανες διακοπές.

Γιατί τι άλλο ήταν αλήθεια ο 13ος και 14ος μισθός;

Κι εκείνοι οι λίγοι οι ζάμπλουτοι παίζουν με τα εκατομμύρια λες και είναι πλατανόφυλλα και όχι το αίμα και ο ιδρώτας ο δικός σου και του διπλανού σου.

Σε έβαλαν να δουλεύεις νύχτα με νύχτα και το δέχτηκες σχεδόν αγόγγυστα.

Σου στέρησαν την αξιοπρέπεια στην αρρώστια, σου χαντάκωσαν τα όνειρα τα δικά σου και των παιδιών σου.

Σου ξέσκισαν και πάλι την αξιοπρέπεια όταν έγινες απόμαχος της ζωής και αντί για σεβασμό σου χάρισαν ντροπή καθώς περίμενες ελεημοσύνη έξω από το φούρνο της γειτονιάς σου.

Πώς τους ανέχεσαι ακόμα;

Πώς αντέχεις να τους ακούς να σου μιλάνε για γενναίες αυξήσεις της τάξης του 2% ή 5% ή 10% όταν ξέρεις πως οποιαδήποτε αύξηση κάτω από 70% είναι κοροϊδία αφού μόνο έτσι καλύπτονται οι μειώσεις στο μισθό, η ακρίβεια και ο πληθωρισμός; Όταν μετράς τις απώλειες των δώδεκα μνημονιακών χρόνων και τις βρίσκεις γύρω στις 80.000 ευρώ;

Αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν να ζητάς με το σωματείο σου, «γενναίες και πραγματικές» αυξήσεις; Ως πότε θα παίζεις άμυνα που να πάρει η ευχή;

Πότε θα σταματήσεις να φοβάσαι μήπως και πεις κάτι που δεν θα αρέσει στην «κοινή γνώμη»; Στους καναλάρχες και στα φερέφωνά τους δηλαδή; Εσύ κι ο διπλανός σου είστε η «κοινή γνώμη». Κανένας άλλος.

Νιώθεις πως τουλάχιστον εσύ και οι όμοιοί σου πρέπει να λέτε την αλήθεια, να ζητάτε, όπως λέτε με το φίλο σου όλα αυτά που σας αξίζουν και τίποτα λιγότερο.

Και η αλήθεια είναι πως αυτό που περνάμε δεν είναι ζωή αλλά ένας άνισος αγώνας για επιβίωση στη ζούγκλα που ονόμασαν καπιταλισμό.

Όπως επίσης είναι αλήθεια πως αν δεν πάψουν να υπάρχουν οι ελάχιστοι τρισεκατομμυριούχοι, οι λίγο περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι και οι μερικοί εκατομμυριούχοι που έχουν το μισό πλούτο της υφηλίου, δεν θα πάψεις να υποφέρεις εσύ και οι όμοιοί σου που αποτελείτε τη συντριπτική πλειοψηφία του πλανήτη.

Αλήθεια είναι και πως όλοι αυτοί οι ζάμπλουτοι δεν θα ξυπνήσουν ένα πρωί και θα μοιράσουν τις περιουσίες τους επειδή το επιβάλει η θρησκεία τους ή η ηθική τους. Τότε δεν θα είχαν εφεύρει τις τόσες  θρησκείες κι εσύ δεν θα μπορούσες να ισχυριστείς ότι υπερτερείς απέναντί τους ηθικά.

Γιατί η δική τους ηθική είναι βουτηγμένη στα έσχατα όταν δεν είναι ανύπαρκτη.

Γιατί η δική σου ηθική μπορεί να εμπνέει και να ανάβει πυρκαγιές στις ψυχές των ανθρώπων, ενώ η δική τους ηθική μπορεί να φτάσει το πολύ μέχρι την εξαγορά. Εξαγορά μυαλών, συνειδήσεων και ζωών.

Γιατί όσο και να προσπαθούν με τους μηχανισμούς που διαθέτουν να σου αποδείξουν πως έχεις άδικο ξέρουν πως αυτό είναι αδύνατο. Το αίσθημα του δικαίου δεν ξεριζώνεται από κανέναν άνθρωπο. Ούτε από τον βασανισμένο, ούτε από αυτόν που στάθηκε απέναντι από το εκτελεστικό απόσπασμα. Το ξέρουν και γι’ αυτό ανακάλυψαν την έννοια του εφικτού. Έχεις δίκιο σου λένε αλλά δεν είναι εφικτό.

Πώς κρίνεται όμως κάτι ως «εφικτό» πριν προσπαθήσεις με όλο σου το είναι, με όσο μυαλό και φαντασία διαθέτεις, ώστε να το πετύχεις;

Το «ανέφικτο» είναι που τους τρομάζει γιατί θα χάσουν τα προνόμιά τους.

Σκέψου λίγο, πόσο πιο ανέφικτα είναι τα «θέλω» των πολλών από αυτήν την ανισότητα και την αδικία που υπάρχει γύρω μας και κανένας ανθρώπινος νους δεν μπορεί να το εξηγήσει;

Σκέψου ότι υπάρχει τόση φτώχια δίπλα σε βουνά από πλούτη, τόση πείνα δίπλα σε σωρούς πεταμένα αποφάγια, τόση δυστυχία δίπλα στην αντικειμενική δυνατότητα να ζούμε χωρίς τα άγχη της επιβίωσης!

Σκέψου πόσα «ανέφικτα» αποδείχτηκαν τελικά πως ήταν μια χαρά «εφικτά».

Φωτιά, τροχός, αλληλεγγύη, αγάπη για το όμορφο και το ανθρώπινο, αγώνες επιτυχημένοι για δικαιοσύνη, ισότητα, εξανθρωπισμό και κοινωνική απελευθέρωση.

Όχι, το δικό σου το «ανέφικτο» δεν θα το εγκαταλείψεις γιατί είναι το ίδιο με των άλλων, των όμοιων με σένα, των πολλών που αναζητάνε το ξέφωτο, που δεν βούτηξαν και δεν θέλουν να βουτήξουν στα έσχατα για το χρήμα το πολύ ή το λίγο.

Το «ανέφικτο» όλων εκείνων που συγκινούνται από το χαμόγελο ενός  παιδιού όποιο κι αν είναι το χρώμα του δέρματός του, που προσπαθούν να συναισθανθούν και όχι να υπολογίσουν, που μισούν το μίσος, πολεμούν τον πόλεμο, χαίρονται τη χαρά και αγαπούν τους ανθρώπους και όχι τις τσέπες τους.

Να το ξαναπιάσεις από την αρχή. Έτσι πρέπει! Αγκαζέ με τους άλλους, τους πολλούς, τους όμοιούς σου, με το κεφάλι αγέρωχο, ψηλά, τη ματιά καρφωμένη μπροστά και τη γροθιά υψωμένη. Έτσι πρέπει!

Όχι φίλε μου, θα το πετύχεις το «ανέφικτο».

Δεν «δικαιούσαι» να μην το πετύχεις…

 

Ετικέτες: , , , , , ,

Ποιο είναι το νόημα της ζωής τελικά;

Ποιο είναι το νόημα της ζωής τελικά;

Ποιο είναι το νόημα της ζωής τελικά;

Από την Γεωργία-Ειρήνη Βαχλιώτη

Με το ψεύτικο χαμόγελο της προσπαθούσε πάση θυσία να περιορίσει τα δάκρυα της. Τα γαλανά της μάτια πιέζονταν να μην ξεσπάσουν, να μην δείξουν τι πραγματικά ένιωθαν. Προσπαθούσε να επιβάλλει ένα ψεύτικο χαμόγελο στο πρόσωπο της, σάμπως ήταν κάποιος πιεστικός τύραννος. Μέσα της ήξερε καλά πως ήθελε να ουρλιάξει, φαινόταν καλά πίσω από την προστατευτική «μάσκα» που είχε φορέσει. Κρατιόταν με νύχια και με δόντια, μα παρόλο το καταπιεζόμενο χαμόγελο της και τα ψευδώς γελαστά της ματιά, μπορούσες να διακρίνεις, αν κοίταγες λίγο καλύτερα, πως κάτι μέσα της είχε γίνει κομμάτια. Ένα βαθύ αγκάθι είχε μπει στο μυαλό της και στην καρδιά της, που δεν την έκανε απλώς να πονέσει.

Την έκανε να υποκρίνεται, άθελά της, στους ανθρώπους που την αγαπούσαν. Μα δεν ήθελαν να την ρωτήσουν τι έγινε. Θα ένιωθε χειρότερα. Όταν την αγκάλιασα, ένιωσα πως το σώμα της ζητούσε βοήθεια. Σαν κάποιος να μου ψιθυρίζει ότι αυτό που αγκάλιαζα είχε τεράστια ανάγκη την σωματική επαφή εκείνη την στιγμή. Έσφιξε τα αδύναμα χέρια της στα πλευρά μου. Ήταν η αιτία που κυριολεκτικά ανατρίχιασε όλο μου το σώμα. Όταν πήγα να δω τι είχε συμβεί είχα τρομάξει, ήξερα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μα δεν ήξερα τι συνέβαινε στ’ αλήθεια. Αντίκρισα το βαθύ γαλάζιο των ματιών της και για μια στιγμή απόρησα. Πως δεν είχα προσέξει τα πανέμορφα μάτια της;

Έτρεχαν σαν ποτάμι τα δάκρυα στο πρόσωπο της και το μακιγιάζ της πλέον είχε πάρει την κάτω βόλτα. Άραγε τι ήταν αυτό που την είχε κάνει να νιώθει τόσο ευάλωτη; Κανείς δεν ξέρει τι γίνεται πίσω από τις κλειστές πόρτες, και όταν το μάθει τρομάζει και αναρωτιέται: για πόσα είμαστε ικανοί τελικά; 

Δεν κοιμήθηκα εκείνο το βράδυ. Ξέρεις, έχω εκείνο το χαρακτηριστικό: όταν κάποιος που αγαπάω, σέβομαι και εκτιμώ δεν είναι χαρούμενος και έχει κάποιο πρόβλημα που τον βασανίζει, δεν μπορώ να κοιμηθώ τα βράδια. Καλό ή κακό; Δεν ξέρω. Θα μου πεις, αν ήταν έτσι, δεν θα κοιμόμουν ποτέ – όλοι έχουν πάντα προβλήματα. Όμως, όσο και αν πασχίζω, δεν μπορώ να δαμάσω αυτό το τέρας μέσα μου που προσπαθεί να βρει μια λύση. Ακόμα και αν τις περισσότερες φορές δεν ξέρω πραγματικά το πρόβλημα.

Ίσως το νόημα της ζωής να είναι τελικά όλα αυτά που σε κάνουν να νιώθεις ζωντανός και ανθρώπινος. Αυτή η αγκαλιά που θα δώσεις σε αυτόν που αγαπάς όταν πραγματικά την έχει ανάγκη, όταν σου φωνάζει έμμεσα ότι τώρα σε χρειάζεται περισσότερο από ποτέ. Ίσως εκείνο το συμβάν μου έδωσε, χωρίς να το καταλάβω, την απάντηση στο ερώτημα εκείνης της βραδιάς: «Ποιο είναι το νόημα της ζωής τελικά;»

 

Ετικέτες: , , ,

Σπέρνουν το ψέμα μα θα θερίσουν αλήθεια

Σπέρνουν το ψέμα μα θα θερίσουν αλήθεια

Σπέρνουν το ψέμα μα θα θερίσουν αλήθεια

Ο ένας ήταν εργάτης της ασφάλτου, διανομέας, ντελιβεράς «ανώνυμος», 44 χρονών, ξημερώματα Σαββάτου σκοτώθηκε σε τροχαίο στο Παλαιό Φάληρο εν ώρα δουλείας.

Άλλος συνάδελφός του στα Χανιά μια μέρα νωρίτερα, στάθηκε «τυχερός» και τη «γλύτωσε» με βαρύ τραυματισμό. Στο κορμί του; Στο μυαλό του; Στην ψυχή του;

Τρίτος εργαζόμενος εν ώρα δουλείας, προσπαθώντας να αποκαταστήσει βλάβη στην ηλεκτροδότηση την ώρα που η κακοκαιρία «Διομήδης» βρισκόταν σε εξέλιξη, για να μην στερηθούν οι συνάνθρωποί του το αγαθό του ηλεκτρικού ρεύματος, τουλάχιστον λόγω βλάβης. Γιατί πάρα πολύ το στερούνται λόγω ανημποριάς οικονομικής. Κάπου στη Λίμνη Πλαστήρα. Αγαπημένος θερινός και χειμερινός προορισμός.

Δεν ήταν διάσημοι, δεν τους έδειξε ποτέ ή τηλεόραση, δεν χάθηκαν ούτε κινδύνεψαν οδηγώντας παράτολμα κάποιο ακριβό αυτοκίνητο.

Τα γνωστά τηλεοπτικά κανάλια δεν ασχολήθηκαν μαζί τους. Δεν τους έκαναν αφιερώματα, δεν νοιάστηκαν για τις ζωές τους, για τις οικογένειες που θα τους στερηθούν, για τα παιδιά που θα τους αναζητούν, για τους φίλους και τους δικούς που θα τους ψάχνουν στις παρέες να τσουγκρίσουν τα ποτήρια και να πιουν στην υγειά τους-τραγική ειρωνεία-δεν έψαξαν με «αναλυτικό ρεπορτάζ» για τα όνειρά τους και τα μελλοντικά τους σχέδια.

Αλλά τι σόι όνειρα και τι σόι σχέδια μπορεί να έκαναν αυτοί οι φτωχοδιάβολοι, που να άξιζε να αναφερθούν από τους τηλεαστέρες της δήθεν ενημέρωσης.

Ίσως και να είναι άκρως τιμητικό για τη μνήμη τους το γεγονός ότι οι δικές τους οι ζωές, οι πραγματικές, οι ανθρώπινες, οι γήινες, δεν χωράνε στην ψευτιά που εκπέμπουν τα εν λόγω τηλεοπτικά κανάλια. Είναι τόσο μικρά για να χωρέσουν το μεγαλείο αυτών των ζωών.

Σπέρνουν το ψέμα λες και δεν γνωρίζουν πως θα θερίσουν αλήθεια!

Χ.Κ

 

Ετικέτες: , , , ,

Το Σχόλιο της Δευτέρας: 12.647 ευρώ το λεπτό, 211 ευρώ το δευτερόλεπτο

Το Σχόλιο της Δευτέρας: 12.647 ευρώ το λεπτό, 211 ευρώ το δευτερόλεπτο

12.647 ευρώ το λεπτό, 211 ευρώ το δευτερόλεπτο

215.000 ευρώ θα διατεθούν με εντολή του δημάρχου Αθηναίων κυρίου Μπακογιάννη, σε γνωστό καλλιτέχνη, για ένα γιορτινό σώου διάρκειας 17 λεπτών.

Σε μόλις 1 λεπτό στον γνωστό καλλιτέχνη θα δοθούν με εντολή του γαλαντόμου δημάρχου, τόσα χρήματα (12.647 ευρώ) όσα παίρνει ένας εκπαιδευτικός ολόκληρο το χρόνο έχοντας στην πλάτη του δεκαετίες προϋπηρεσίας.

Σε μόλις 1 δευτερόλεπτο στον ταλαντούχος κριτή και καλλιτέχνη θα δοθούν με εντολή του γόνου της μεγάλης των Μητσοτάκηδων οικογένειας, που με την αξία τους και τη δουλειά τους προκόβουν εδώ και δεκαετίες, τόσα χρήματα (211 ευρώ) όσα βγάζει ένας διανομέας σε έναν ολόκληρο μήνα οργώνοντας τους δρόμους με κίνδυνο της ζωής του.

Εννοείται πως ο κουβαρντάς δήμαρχος δεν θα πληρώσει τον καλλίφωνο καλλιτέχνη με δικά του χρήματα, όπως δεν πλήρωσε και για το μεγάλο περίπατο-φιάσκο.

Με τα χρήματα αυτά, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν δομές που να στηρίζουν ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Ψιλά, πολύ ψιλά γράμματα για όλους αυτούς τους γόνους που απομυζούν το δημόσιο χρήμα τη στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι, εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, επιβιώνουν με ψίχουλα.

Κοντά στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ κέρδη θα έχουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας για το 2021 με τους πλειστηριασμούς να φτάνουν τις δεκάδες χιλιάδες και το ευνομούμενο κράτος να στέλνει στα δικαστήρια όσους αντιστέκονται σε αυτούς. Και μιλάμε για τράπεζες που τις έχουμε ξεχρεώσει εμείς οι εργαζόμενοι δύο και τρεις φορές για να μπορούν στη συνέχεια «νόμιμα» να μας αρπάζουν τους κόπους μιας ζωής.

Τα ποσά αυτά είναι ασύλληπτα και προκλητικά για τους νέους που αγωνίζονται να βρουν μια δουλειά χωρίς ένσημα για να πάρουν το μήνα όσα θα πάρει ο εν λόγω αοιδός σε 1 δευτερόλεπτο από τον ελέω οικογένειας άριστο δήμαρχο.

Είναι εξωφρενικά για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους που αναγκάζονται να διαλέξουν μέσα στο καταχείμωνο ανάμεσα στο ψωμί, τη ζέστη, το ηλεκτρικό και τα φάρμακα.

Αν οι εργαζόμενοι γνώριζαν για την χλιδή μέσα στην οποία ζούνε κάποιοι λίγοι, μάλλον θα επαναστατούσαν.

Την ίδια στιγμή στην κυβέρνηση αναζητούν την ανύπαρκτη αξιοπιστία της ψάχνοντας την περίφημη έρευνα-μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα, όπως παλιά που σε κάποια άλλη κυβέρνηση αναζητούσαν την περίφημη λίστα Λαγκάρντ, έχοντας τη στήριξη της αξιωματικής και όχι μόνο, αντιπολίτευσης που φτάνει μέχρι τη διεξαγωγή στημένων τηλεκοκορομαχιών με αφορμή την ψήφιση του προϋπολογισμού.

Κι ενώ η μετάδοση των διαφόρων μεταλλάξεων του κορωνοϊού καλά κρατεί, ο γενικός γραμματέας του ΥΠΑΙΘ, όπως και οι προκάτοχοί του, ζητάει «αποδείξεις και ονόματα». Πέρυσι ήταν οι αιρετικοί εκπαιδευτικοί, «εξτρεμιστές» που λένε και οι Δακίτες, που δεν παρέδωσαν βαθμολογίες στο πρώτο τετράμηνο. Φέτος είναι όλοι αυτοί που δεν συμμετέχουν, μέσω της αξιολόγησης, στο γκρέμισμα του δημόσιου σχολείου. Άλλη μία καθαρή απόδειξη, μαζί με τόσες άλλες, πως το υπουργείο έχασε πανηγυρικά τη μάχη της αξιολόγησης και προσπαθεί με απειλές και εκφοβισμούς να μαζέψει τα ασυμμάζευτα.

Αντί το υπουργείο να πάρει μέτρα για την προστασία μαθητών και εκπαιδευτικών από τον Covid, αντί να μεριμνήσει για τα μαθησιακά κενά των μαθητών που προκάλεσε η ολέθρια πρακτική της εξ αποστάσεως, αντί να καλύψει τα κενά σε εκπαιδευτικούς, διαλέγει τον κατήφορο της τρομοκράτησης των εκπαιδευτικών για να κρύψει το δικό του φόβο.

Όλο και πιο πολλοί, και κυρίως νέοι, αντιλαμβάνονται πλέον πως το φανταχτερό, γεμάτο ευκαιρίες και αξιοκρατία μέλλον που τους τάζουν ούτε φανταχτερό ούτε αξιοκρατικό είναι. Δεν είναι ούτε καν μέλλον.

Το καζάνι των κοινωνικών διεργασιών σιγοβράζει και το καπάκι είναι κλειστό. Κάποιοι προσπαθούν να το ανοίξουν για να εκτονωθεί και να μην εκραγεί.

Ο αγώνας που θα στοχεύει σε όσα μας αξίζουν είναι μονόδρομος. Οτιδήποτε λιγότερο κρύβει τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα ώστε οι άνθρωποι να απολαμβάνουν περισσότερα δουλεύοντας λιγότερο.

Το μονοπάτι έχει στο ένα του άκρο τη φυλακή και στο άλλο το ξέφωτο.

Στον άνθρωπο, το ξέφωτο είναι που του αξίζει και όχι η φυλακή.

12.647 ευρώ το λεπτό, 211 ευρώ το δευτερόλεπτο

215.000 ευρώ θα διατεθούν με εντολή του δημάρχου Αθηναίων κυρίου Μπακογιάννη, σε γνωστό καλλιτέχνη, για ένα γιορτινό σώου διάρκειας 17 λεπτών.

Σε μόλις 1 λεπτό στον γνωστό καλλιτέχνη θα δοθούν με εντολή του γαλαντόμου δημάρχου, τόσα χρήματα (12.647 ευρώ) όσα παίρνει ένας εκπαιδευτικός ολόκληρο το χρόνο έχοντας στην πλάτη του δεκαετίες προϋπηρεσίας.

Σε μόλις 1 δευτερόλεπτο στον ταλαντούχος κριτή και καλλιτέχνη θα δοθούν με εντολή του γόνου της μεγάλης των Μητσοτάκηδων οικογένειας, που με την αξία τους και τη δουλειά τους προκόβουν εδώ και δεκαετίες, τόσα χρήματα (211 ευρώ) όσα βγάζει ένας διανομέας σε έναν ολόκληρο μήνα οργώνοντας τους δρόμους με κίνδυνο της ζωής του.

Εννοείται πως ο κουβαρντάς δήμαρχος δεν θα πληρώσει τον καλλίφωνο καλλιτέχνη με δικά του χρήματα, όπως δεν πλήρωσε και για το μεγάλο περίπατο-φιάσκο.

Με τα χρήματα αυτά, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν δομές που να στηρίζουν ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Ψιλά, πολύ ψιλά γράμματα για όλους αυτούς τους γόνους που απομυζούν το δημόσιο χρήμα τη στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι, εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, επιβιώνουν με ψίχουλα.

Κοντά στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ κέρδη θα έχουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας για το 2021 με τους πλειστηριασμούς να φτάνουν τις δεκάδες χιλιάδες και το ευνομούμενο κράτος να στέλνει στα δικαστήρια όσους αντιστέκονται σε αυτούς. Και μιλάμε για τράπεζες που τις έχουμε ξεχρεώσει εμείς οι εργαζόμενοι δύο και τρεις φορές για να μπορούν στη συνέχεια «νόμιμα» να μας αρπάζουν τους κόπους μιας ζωής.

Τα ποσά αυτά είναι ασύλληπτα και προκλητικά για τους νέους που αγωνίζονται να βρουν μια δουλειά χωρίς ένσημα για να πάρουν το μήνα όσα θα πάρει ο εν λόγω αοιδός σε 1 δευτερόλεπτο από τον ελέω οικογένειας άριστο δήμαρχο.

Είναι εξωφρενικά για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους που αναγκάζονται να διαλέξουν μέσα στο καταχείμωνο ανάμεσα στο ψωμί, τη ζέστη, το ηλεκτρικό και τα φάρμακα.

Αν οι εργαζόμενοι γνώριζαν για την χλιδή μέσα στην οποία ζούνε κάποιοι λίγοι, μάλλον θα επαναστατούσαν.

Την ίδια στιγμή στην κυβέρνηση αναζητούν την ανύπαρκτη αξιοπιστία της ψάχνοντας την περίφημη έρευνα-μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα, όπως παλιά που σε κάποια άλλη κυβέρνηση αναζητούσαν την περίφημη λίστα Λαγκάρντ, έχοντας τη στήριξη της αξιωματικής και όχι μόνο, αντιπολίτευσης που φτάνει μέχρι τη διεξαγωγή στημένων τηλεκοκορομαχιών με αφορμή την ψήφιση του προϋπολογισμού.

Κι ενώ η μετάδοση των διαφόρων μεταλλάξεων του κορωνοϊού καλά κρατεί, ο γενικός γραμματέας του ΥΠΑΙΘ, όπως και οι προκάτοχοί του, ζητάει «αποδείξεις και ονόματα». Πέρυσι ήταν οι αιρετικοί εκπαιδευτικοί, «εξτρεμιστές» που λένε και οι Δακίτες, που δεν παρέδωσαν βαθμολογίες στο πρώτο τετράμηνο. Φέτος είναι όλοι αυτοί που δεν συμμετέχουν, μέσω της αξιολόγησης, στο γκρέμισμα του δημόσιου σχολείου. Άλλη μία καθαρή απόδειξη, μαζί με τόσες άλλες, πως το υπουργείο έχασε πανηγυρικά τη μάχη της αξιολόγησης και προσπαθεί με απειλές και εκφοβισμούς να μαζέψει τα ασυμμάζευτα.

Αντί το υπουργείο να πάρει μέτρα για την προστασία μαθητών και εκπαιδευτικών από τον Covid, αντί να μεριμνήσει για τα μαθησιακά κενά των μαθητών που προκάλεσε η ολέθρια πρακτική της εξ αποστάσεως, αντί να καλύψει τα κενά σε εκπαιδευτικούς, διαλέγει τον κατήφορο της τρομοκράτησης των εκπαιδευτικών για να κρύψει το δικό του φόβο.

Όλο και πιο πολλοί, και κυρίως νέοι, αντιλαμβάνονται πλέον πως το φανταχτερό, γεμάτο ευκαιρίες και αξιοκρατία μέλλον που τους τάζουν ούτε φανταχτερό ούτε αξιοκρατικό είναι. Δεν είναι ούτε καν μέλλον.

Το καζάνι των κοινωνικών διεργασιών σιγοβράζει και το καπάκι είναι κλειστό. Κάποιοι προσπαθούν να το ανοίξουν για να εκτονωθεί και να μην εκραγεί.

Ο αγώνας που θα στοχεύει σε όσα μας αξίζουν είναι μονόδρομος. Οτιδήποτε λιγότερο κρύβει τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα ώστε οι άνθρωποι να απολαμβάνουν περισσότερα δουλεύοντας λιγότερο.

Το μονοπάτι έχει στο ένα του άκρο τη φυλακή και στο άλλο το ξέφωτο.

Στον άνθρωπο, το ξέφωτο είναι που του αξίζει και όχι η φυλακή.

215.000 ευρώ θα διατεθούν με εντολή του δημάρχου Αθηναίων κυρίου Μπακογιάννη, σε γνωστό καλλιτέχνη, για ένα γιορτινό σώου διάρκειας 17 λεπτών.

Σε μόλις 1 λεπτό στον γνωστό καλλιτέχνη θα δοθούν με εντολή του γαλαντόμου δημάρχου, τόσα χρήματα (12.647 ευρώ) όσα παίρνει ένας εκπαιδευτικός ολόκληρο το χρόνο έχοντας στην πλάτη του δεκαετίες προϋπηρεσίας.

Σε μόλις 1 δευτερόλεπτο στον ταλαντούχος κριτή και καλλιτέχνη θα δοθούν με εντολή του γόνου της μεγάλης των Μητσοτάκηδων οικογένειας, που με την αξία τους και τη δουλειά τους προκόβουν εδώ και δεκαετίες, τόσα χρήματα (211 ευρώ) όσα βγάζει ένας διανομέας σε έναν ολόκληρο μήνα οργώνοντας τους δρόμους με κίνδυνο της ζωής του.

Εννοείται πως ο κουβαρντάς δήμαρχος δεν θα πληρώσει τον καλλίφωνο καλλιτέχνη με δικά του χρήματα, όπως δεν πλήρωσε και για το μεγάλο περίπατο-φιάσκο.

Με τα χρήματα αυτά, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν δομές που να στηρίζουν ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Ψιλά, πολύ ψιλά γράμματα για όλους αυτούς τους γόνους που απομυζούν το δημόσιο χρήμα τη στιγμή που εκατομμύρια άνθρωποι, εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, επιβιώνουν με ψίχουλα.

Κοντά στα 3 δισεκατομμύρια ευρώ κέρδη θα έχουν οι τέσσερις συστημικές τράπεζες της χώρας για το 2021 με τους πλειστηριασμούς να φτάνουν τις δεκάδες χιλιάδες και το ευνομούμενο κράτος να στέλνει στα δικαστήρια όσους αντιστέκονται σε αυτούς. Και μιλάμε για τράπεζες που τις έχουμε ξεχρεώσει εμείς οι εργαζόμενοι δύο και τρεις φορές για να μπορούν στη συνέχεια «νόμιμα» να μας αρπάζουν τους κόπους μιας ζωής.

Τα ποσά αυτά είναι ασύλληπτα και προκλητικά για τους νέους που αγωνίζονται να βρουν μια δουλειά χωρίς ένσημα για να πάρουν το μήνα όσα θα πάρει ο εν λόγω αοιδός σε 1 δευτερόλεπτο από τον ελέω οικογένειας άριστο δήμαρχο.

Είναι εξωφρενικά για εκατοντάδες χιλιάδες συνταξιούχους που αναγκάζονται να διαλέξουν μέσα στο καταχείμωνο ανάμεσα στο ψωμί, τη ζέστη, το ηλεκτρικό και τα φάρμακα.

Αν οι εργαζόμενοι γνώριζαν για την χλιδή μέσα στην οποία ζούνε κάποιοι λίγοι, μάλλον θα επαναστατούσαν.

Την ίδια στιγμή στην κυβέρνηση αναζητούν την ανύπαρκτη αξιοπιστία της ψάχνοντας την περίφημη έρευνα-μελέτη Τσιόδρα-Λύτρα, όπως παλιά που σε κάποια άλλη κυβέρνηση αναζητούσαν την περίφημη λίστα Λαγκάρντ, έχοντας τη στήριξη της αξιωματικής και όχι μόνο, αντιπολίτευσης που φτάνει μέχρι τη διεξαγωγή στημένων τηλεκοκορομαχιών με αφορμή την ψήφιση του προϋπολογισμού.

Κι ενώ η μετάδοση των διαφόρων μεταλλάξεων του κορωνοϊού καλά κρατεί, ο γενικός γραμματέας του ΥΠΑΙΘ, όπως και οι προκάτοχοί του, ζητάει «αποδείξεις και ονόματα». Πέρυσι ήταν οι αιρετικοί εκπαιδευτικοί, «εξτρεμιστές» που λένε και οι Δακίτες, που δεν παρέδωσαν βαθμολογίες στο πρώτο τετράμηνο. Φέτος είναι όλοι αυτοί που δεν συμμετέχουν, μέσω της αξιολόγησης, στο γκρέμισμα του δημόσιου σχολείου. Άλλη μία καθαρή απόδειξη, μαζί με τόσες άλλες, πως το υπουργείο έχασε πανηγυρικά τη μάχη της αξιολόγησης και προσπαθεί με απειλές και εκφοβισμούς να μαζέψει τα ασυμμάζευτα.

Αντί το υπουργείο να πάρει μέτρα για την προστασία μαθητών και εκπαιδευτικών από τον Covid, αντί να μεριμνήσει για τα μαθησιακά κενά των μαθητών που προκάλεσε η ολέθρια πρακτική της εξ αποστάσεως, αντί να καλύψει τα κενά σε εκπαιδευτικούς, διαλέγει τον κατήφορο της τρομοκράτησης των εκπαιδευτικών για να κρύψει το δικό του φόβο.

Όλο και πιο πολλοί, και κυρίως νέοι, αντιλαμβάνονται πλέον πως το φανταχτερό, γεμάτο ευκαιρίες και αξιοκρατία μέλλον που τους τάζουν ούτε φανταχτερό ούτε αξιοκρατικό είναι. Δεν είναι ούτε καν μέλλον.

Το καζάνι των κοινωνικών διεργασιών σιγοβράζει και το καπάκι είναι κλειστό. Κάποιοι προσπαθούν να το ανοίξουν για να εκτονωθεί και να μην εκραγεί.

Ο αγώνας που θα στοχεύει σε όσα μας αξίζουν είναι μονόδρομος. Οτιδήποτε λιγότερο κρύβει τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα ώστε οι άνθρωποι να απολαμβάνουν περισσότερα δουλεύοντας λιγότερο.

Το μονοπάτι έχει στο ένα του άκρο τη φυλακή και στο άλλο το ξέφωτο.

Στον άνθρωπο, το ξέφωτο είναι που του αξίζει και όχι η φυλακή.

selidodeiktis.edu.gr

 

Ετικέτες: , , , , , ,

Με 390 ευρώ το μήνα…

Με 390 ευρώ το μήνα…

Με 390 ευρώ το μήνα…

Από τονΧρήστο Επαμ. Κυργιάκη

Ξυπνάς το πρωί και η «καλημέρα» δε λέει να βγει από το σφιγμένα χείλη μα κι όταν βγει δεν έχει χαρά, δεν έχει ζωή. Μια κενή ευχή και τίποτα περισσότερο.

Ετοιμάζεις τα παιδιά για το σχολείο, κάνεις στα γρήγορα ένα καφέ και για σένα-γαμώτο πότε άδειασε το βάζο του καφέ-και ανάβεις τσιγάρο. Ρουφάς δυο τζούρες δηλητήριο-χωρίς καφέ δεν κατεβαίνει το άτιμο-κι ετοιμάζεσαι να «ζήσεις» άλλη μία μέρα.

Άλλο ένα ευέλικτο πεντάωρο σε περιμένει για να συμπληρώσεις τις 120 ώρες το μήνα. Απολογισμός: 390 ευρώ καθαρά κι αυτά στο περίπου.

Κάτι πήρε το αυτί σου για τον εργάτη στο λιμάνι της Cosco-της Cosco είναι και όχι του Πειραιά-που σκοτώθηκε εν ώρα εργασίας. Οι άλλοι εργάτες είπαν πως τον σκότωσε το εξαντλητικό ωράριο. Αναρωτιέσαι τι γίνεται; Ή θα δουλεύεις μέχρι θανάτου ή θα δουλεύεις ίσα για να πεθαίνεις λίγο-λίγο; Κάτι πιο ανθρώπινο δεν υπάρχει; Όχι, δε μιλάς για αυτά που δικαιούσαι αλλά για αυτά που σου αξίζουν. Ποιος αποφάσισε πόσο αξίζει η ζωή σου;

Κάτι πήρε το αυτί σου πως οι άλλοι εργάτες στο λιμάνι εξαγριώθηκαν και γκρέμισαν τις πύλες του κολαστηρίου. Έμαθες πως κέρδισαν πράγματα και αναθάρρησες. Σκέφτηκες: γιατί δεν το κάνουμε κι εμείς με τα δικά μας κολαστήρια. Απάντησες μόνος σου: μα εμείς δεν έχουμε νεκρό…Ξεφτίλα…

Κάπου διάβασες για τον εργάτη στη ΣΤΑΣΥ που σκοτώθηκε εν ώρα εργασίας επειδή ο συρμός δεν είχε φρένα, όπως θα έπρεπε να έχει, και σκέφτεσαι τα δικά σου φρένα που είναι έτοιμα να σπάσουν. Οι άλλοι εργάτες είπαν πως αυτό είναι το σύνηθες και πως ασφαλείς συνθήκες εργασίας δεν υπάρχουν γιατί αυτό σημαίνει λιγότερα φράγκα στις τσέπες των ιδιοκτητών.

Κάπου διάβασες πως έγινε απεργία διαμαρτυρίας. Όχι, τούτη τη φορά δεν έπεσαν οι πύλες του κολαστηρίου. Οι αυτόκλητοι προστάτες καρεκλοκένταυροι δεινόσαυροι της ΓΣΕΕ, για μία ακόμη φορά, γύρισαν πλευρό, όπως ήταν αναμενόμενο.

Τις προάλλες που γύριζες από τη δουλειά, είδες ένα κόκκινο ποτάμι από μηχανάκια και ντελιβεράδες να πορεύονται στην κεντρική λεωφόρο. Περίμενες να τελειώσει τούτο το ποτάμι για να περάσεις απέναντι γιατί βιαζόσουν. Κι αυτό το άτιμο δε λιγόστευε. Θυμήθηκες το Βάρναλη και σκέφτηκες: να δεις που θα έρθει ανάποδα ο ντουνιάς. Το δεξί σου χέρι έγινε γροθιά, τούτη τη φορά όχι ασυναίσθητα αλλά έχοντας πλήρη επίγνωση για το τι κάνεις. Το σήκωσες ψηλά και μετά χειροκροτούσες, και μετά φώναζες  «μπράβο» και «μαζί σας» και εισέπραξες ευχαριστίες. Στο τέλος ακολουθούσαν οι μηχανόβιοι ρόμποκοπ και φαίνονταν τόσο αστείοι και κυρίως τόσο αδύναμοι. Σα να τους έσερνε το κόκκινο ποτάμι από τη μύτη. Παρακαλούσες να μην είχε τελειώσει ποτέ τούτη η μοτοπορεία. Φούσκωσες από αυτοπεποίθηση και σκέφτηκες: αφού μπόρεσαν αυτοί μπορώ κι εγώ, μπορούμε κι εμείς και συνέχισες το δρόμο σου τραγουδώντας τον κυρ Μέντιο του Βάρναλη.

Έμαθες την επομένη πως εκείνοι οι τύποι για όλες τις δουλειές κέρδισαν αυτό που φαινόταν την προηγούμενη ως παράλογο, ανέφικτο κι αδύνατο.

Θυμήθηκες τότε-τι σου είναι το μυαλό-εκείνα τα παλιόπαιδα που συγκεντρώνονταν παράνομα για να μην επιτρέψουν στους αστυνομικούς να κάθονται δίπλα τους στα έδρανα των πανεπιστημιακών αμφιθεάτρων και ένιωσες ικανοποίηση γιατί εκείνα τα παλιόπαιδα νίκησαν. Μπορεί να μην ήταν δικά σου παιδιά μα αποφάσισες πως από την αμέσως επόμενη στιγμή θα είναι και δικά σου παιδιά.

Μπήκες στο σπίτι για να μαζέψεις λίγο τα συναισθήματά σου, κι άκουσες τον τηλεκανίβαλο να απαξιώνει τους δασκάλους. Πως είναι τάχα τεμπέληδες, πως δεν θέλουν να βελτιώνονται, πως είναι βολεμένοι και άλλα τέτοια.

Έκλεισες τον τηλεανεμιστήρα με τη λάσπη έβγαλες μια ξεχασμένη «επιστολή» από την τσάντα σου και βγήκες στο μπαλκόνι. Ήταν γράμμα των εκπαιδευτικών της περιοχής σου προς την κοινωνία. Το μοίραζαν κάτι «τεμπέληδες» στη λαϊκή πριν από μέρες. Δεν του είχες δώσει σημασία. Το διάβασες με προσοχή. Έγραφε για δημόσιο σχολείο, για δωρεάν παιδεία για όλα τα παιδιά. Έγραφε για φτώχεια στην εκπαίδευση για δεκάδες χιλιάδες κενά, για αίθουσες γεμάτες με μαθητές, για απολύσεις, για καταργήσεις σχολείων, για χορηγούς και ταξικούς φραγμούς στα παιδιά των οικονομικά και κοινωνικά αδύνατων. Αυτή, έγραφε, πως είναι η αξιολόγησή τους. Έφριξες! «Κουφάλες τηλεψεύτες», σκέφτηκες μέσα στην οργή και το θυμό.

Κάτι φωνές έφταναν στα αυτιά σου. Έκανες στην άκρη του μπαλκονιού για να βλέπεις στο μεγάλο δρόμο. Κι άλλο ποτάμι κατέβαινε με πανό και συνθήματα. Για αγώνα και δωρεάν παιδεία, διαδήλωναν, για κάποια δικαστήρια διαμαρτύρονταν. Έβγαλαν το δίκιο παράνομο αφού πρώτα έκαναν το άδικο νόμο. Σκέφτηκες πως αυτό δεν είναι μόνο άδικο μα και υβριστικό για τον καθένα. Είχες ακούσει πως οι δάσκαλοι των παιδιών σου αντιδρούσαν μαζικά σε τούτο το άδικο. Αναθάρρησες και πάλι.

Δεν πρόλαβες να ηρεμήσεις και το μυαλό σου πόνεσε από το τελευταίο «αγκάθι» των ημερών. Είχε και όνομα, εκτός από ψυχούλα…αχ βρε ψυχούλα μου.

Όλγα την έλεγαν και ήταν παιδί. Τι πρόλαβε να δει; Τι πρόλαβε να ζήσει; Μέχρι τη στιγμή που σφηνώθηκε στην πόρτα, πολύ λίγα. Όμως, τη στιγμή της τελευταίας αναγνωριστικής κλωτσιάς-ζει ή πέθανε ετούτο;-έζησε όλη την αδικία και την περιφρόνηση της γης. Κι όταν αυτή η περιφρόνηση προέρχεται από «το γιο της πλύστρας» είναι αφόρητη κι αβάστακτη που να πάρει η ευχή. Γιατί όλοι «οι γιοι της πλύστρας» οφείλουν να τα βάζουν με εκείνους που καταδίκασαν τη μάνα τους να είναι μια ζωή «πλύστρα» και όχι με τη Όλγα και την κάθε Όλγα.

Κι ένιωσες τότε σαν εκείνα τα ποτάμια τα βαθιά που άμα τα δεις από μακριά, έτσι όπως ρέουν χωρίς ορμή, τα περνάς για ακίνδυνα και δεν τους δίνεις σημασία. Όμως έχουν τέτοιο βάθος που αλίμονο σε όποιον τολμήσει να τα διασχίσει αψηφώντας τα.

Κατά πως φαίνεται, έτσι νιώθουν κι άλλοι που γίνονται όλο και περισσότεροι.

Με 390 ευρώ το μήνα, αυτό που περνάς δεν το λες ζωή…

 

Ετικέτες: , , , , ,

 
απέραντο γαλάζιο

"το μεταξύ φωτεινό διάστημα το λέμε Ζωή..."

blog it

QUAERE VERUM:ΑΝΑΖΗΤΗΣΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

aioroumenesskepseis

The greatest WordPress.com site in all the land!

dpa2007

Just another WordPress.com site

Blogs Of The Day

Just another WordPress.com weblog

Kyrgiakischristos's Blog

πεζογραφία-σχολιασμός επικαιρότητας-σάτιρα και πολλά άλλα

Βιο...λογισμοί

Βιολογία | Εκπαίδευση | Υγεία

fysikhlykeiou

Ασκήσεις-Προβλήματα-Διαγωνίσματα-Μεθοδολογία φυσικής λυκείου και πανελληνίων εξετάσεων και ...πολλά άλλα

WordPress.com

WordPress.com is the best place for your personal blog or business site.

Αρέσει σε %d bloggers: